3 Μαΐου, 2024

Θα γίνει πόλεμος στην Ουκρανία; Σημείο μηδέν για τη διπλωματία

Με αμείωτη ένταση ολόκληρος ο πλανήτης παρακολουθεί τα τελευταία 24ωρα την κλιμακούμενη κρίση στην Ουκρανία. Παρόλο που η Ρωσία διαμηνύει πως δεν σκοπεύει να προχωρήσει σε εισβολή στην Ουκρανία και μιλά για «δυτική προπαγάνδα», οι ΗΠΑ επιμένουν πως το ενδεχόμενο εισβολής μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή, ακόμα και πριν ολοκληρωθούν οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνου στις 20 Φεβρουαρίου.

 Παρά το διπλωματικό αδιέξοδο, οι πλευρές έχουν διάθεση για συνομιλίες. Σε αυτό το πλαίσιο, όπως μετέδωσε το BBC, η Ουκρανία ζήτησε συνάντηση για συνομιλίες με εκπροσώπους της Ρωσίας μέσα στις επόμενες 48ώρες, με τη συμμετοχή και άλλων μελών του ΟΑΣΕ.

Ο υπουργός Εξωτερικών Ντμίτρο Κουλέμπα είπε ότι η Ρωσία αγνόησε επίσημα αιτήματα να εξηγήσει τη συσσώρευση στρατευμάτων. Είπε ότι το «επόμενο βήμα» ήταν να ζητηθεί συνάντηση εντός των επόμενων 48 ωρών για «διαφάνεια» σχετικά με τα σχέδια της Ρωσίας.

Η Μόσχα από την πλευρά της επιμένει ότι πρόκειται για δυτική προπαγάνδα και δεν δείχνει να ανησυχεί για το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων εναντίον της. Μέχρι τώρα, οι διπλωματικές προσπάθειες έχουν πέσει στο κενό.

 «Δεν μπορούμε να προβλέψουμε απόλυτα την ημέρα, όμως λέμε εδώ και κάποιο καιρό ότι βρισκόμαστε κοντά και μια εισβολή θα μπορούσε να ξεκινήσει, μια μεγάλη στρατιωτική δράση θα μπορούσε να ξεκινήσει από τη Ρωσία στην Ουκρανία οποιαδήποτε ημέρα. Αυτό περιλαμβάνει την επόμενη εβδομάδα πριν από το τέλος των Ολυμπιακών Αγώνων», σημείωσε ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου Τζέικ Σάλιβαν.

Ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν μίλησε τηλεφωνικά, για 50 λεπτά, με τον Πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Ο Μπάιντεν κατέστησε σαφές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα απαντήσουν γρήγορα και αποφασιστικά, μαζί με τους συμμάχους τους, σε οποιαδήποτε ρωσική επίθεση κατά της Ουκρανίας. Οι δύο ηγέτες συμφώνησαν στη σημασία της συνέχισης της διπλωματίας και της αποτροπής ως απάντηση στη ρωσική στρατιωτική ενίσχυση στα σύνορα της Ουκρανίας.

Μόσχα: Οι ΗΠΑ δεν θέλουν ενεργειακή συνεργασία Ρωσίας – Ευρώπης

Με την ουκρανική κρίση να φαίνεται πως έχει φτάσει σε απόλυτο αδιέξοδο και με καμία από τις δύο πλευρές να μην μοιάζει διατεθειμένη να κάνει το βήμα πίσω, η επόμενη κίνηση στη διπλωματική σκακιέρα που μπορεί να φέρει εξελίξει είναι η συνάντηση του Βλαντίμιρ Πούτιν με τον Γερμανό Καγκελάριο Όλαφ Σολτς στη Μόσχα την Τρίτη.

Σύμφωνα με πολλούς Ρώσους αναλυτές, ο σκοπός όλης αυτή της αμερικανικής «υστερίας», όπως την χαρακτηρίζουν, είναι να δυσκολευτεί κάθε προσέγγιση της Γερμανίας και της Ρωσίας και εν τέλη η ενεργειακή συνεργασία της ΕΕ με το Κρεμλίνο. Όπως σημείωσε στο OPEN ο Θανάσης Αυγερινός οι Ρώσοι θεωρούν πως η ΗΠΑ δεν θέλει σε καμία περίπτωση η Ευρώπη να αγοράζει το ρωσικό φυσικό αέριο και να προτιμά το αμερικανικό υγροποιημένο σε σχεδόν διπλάσιες τιμές.

Η Μόσχα δεν πήρε εγγυήσεις ασφαλείας από τις ΗΠΑ – Φοβούνται προβοκάτσια και εθνοκάθαρση οι Ρωσόφωνο

Από την πλευρά του ο Βλαντίμιρ Πούτιν φαίνεται πως ξεκαθάρισε στον Τζο Μπάιντεν πως είναι έτοιμος να λάβει μέτρα για τις εγγυήσεις ασφαλείας που ζήτησε αλλά δεν έλαβε από τη Δύση. Σε κάθε περίπτωση το Κρεμλίνο επιμένει πως το ενδεχόμενο εισβολής στην Ουκρανία είναι «μύθευμα της αμερικανικής προπαγάνδας». Ωστόσο, τις επόμενες ημέρες φαίνεται πως θα μείνει κλειστό ένα τμήμα του εναέριου χώρου της Ουκρανίας με ρωσική ΝΟΤΑΜ.

Παράλληλα, σύμφωνα με τον ανταποκριτή του OPEN στη Μόσχα, οι Ρώσοι σημειώνουν ότι φοβούνται το ενδεχόμενο προβοκάτσιας στην ανατολική Ουκρανία που θα σταθεί αφορμή για πόλεμο με τον επικεφαλής της μη αναγνωρισμένης διεθνώς δημοκρατίας του Νονιέτσκ να δηλώνει πως ετοιμάζεται εθνοκάθαρση αν οι ρωσόφωνες περιοχές περάσουν υπό τον έλεγχο του Κιέβου.

Ο ίδιος εξέδωσε και σε ανακοίνωση στην οποία τόνισε ότι έχει δοθεί εντολή κατάρριψης των μη επανδρωμένων αεροσκαφών αν αυτά περάσουν πάνω από τον εναέριο χώρο της περιοχής του.

Στέιτ Ντιπάρτμεντ: Η Ρωσία θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα δυσβάσταχτο στρατηγικό κόστο

Οι οικονομικές κυρώσεις που θα πλήξουν τη ρωσική οικονομία δεν θα έχουν καμία σχέση με αυτές που είχαν επιβληθεί στο παρελθόν, διαμηνύει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ με αφορμή την τοποθέτηση του πρέσβη της Ρωσίας στη Σουηδία, ο οποίος είχε δηλώσει ότι η Μόσχα «δεν δίνει δεκάρα» για τον κίνδυνο της επιβολής κυρώσεων από την Δύση. Απαντώντας σε ερώτηση του τηλεοπτικού σταθμού Star, εκπρόσωπος τους αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών ξεκαθάρισε ότι η Ρωσία θα βρεθεί αντιμέτωπη με διεθνή απομόνωση και ένα μακροπρόθεσμα δυσβάστακτο στρατηγικό κόστος. Όπως τόνισε, «(Η Ρωσία) θα αντιμετωπίσει μια πιο αποφασιστική διατλαντική κοινότητα. Θα πρέπει να κάνει περισσότερες παραχωρήσεις στην Κίνα. Θα αντιμετωπίσει μαζική πίεση στην οικονομία της και τους ελέγχους των εξαγωγών που θα διαβρώσουν την αμυντική της βιομηχανική βάση. Και θα αντιμετωπίσει ένα κύμα καταδίκης από όλο τον κόσμο».

Σχετικά με την απάντηση της Ουάσινγκτον στο ενδεχόμενο να σημειωθεί μια περαιτέρω ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο εκπρόσωπος ξεκαθάρισε ότι η Ουάσινγκτον δεν θα υιοθετήσει την παραδοσιακή προσέγγιση που χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν. «Αντιθέτως, θα υιοθετήσουμε μια προσέγγιση «ξεκίνα ψηλά, μείνε ψηλά» στην οποία – σε συντονισμό με τους συμμάχους και τους εταίρους μας – θα επιβάλουμε σοβαρό κόστος στην οικονομία της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένου του χρηματοπιστωτικού της συστήματος, και άνευ προηγουμένου ελέγχους εξαγωγών σε τομείς που θεωρούνται κρίσιμοι για το Κρεμλίνο και τις φιλοδοξίες του προέδρου Πούτιν.

Όλες οι επιλογές παραμένουν στο τραπέζι. Με τις αυστηρές ενέργειες που θα επιβάλουμε, το ήδη εξαντλημένο απόθεμα κεφαλαίου της Ρωσίας θα στερηθεί της τόσο αναγκαίας χρηματοδότησης και άμεσων επενδύσεων. Η αποσύνδεση της Ρωσίας από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, σε συνδυασμό με την αφαίρεση βασικών εισροών υψηλής τεχνολογίας στη Ρωσία, θα βλάψει την παραγωγική ικανότητα της Ρωσίας και θα κάνει την οικονομία της ακόμα πιο εύθραυστη και τις φιλοδοξίες της να ασκήσει επιρροή στην παγκόσμια σκηνή. Αυτά τα έκτακτα και άνευ προηγουμένου μέτρα εξετάζονται μόνο για σενάρια στα οποία η Ρωσία εισβάλλει περαιτέρω στην Ουκρανία. Το αν αυτές οι συνέπειες πλήττουν ή όχι τη ρωσική οικονομία είναι στα χέρια του Πούτιν», σημείωσε χαρακτηριστικά.

madata.gr