21 Νοεμβρίου, 2024

Μαρινάκης: Θα συνεχίσουμε στην κατεύθυνση των φοροαπαλλαγών και της στήριξης των εισοδημάτων

Για φορολογικά ζητήματα και το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, την επιδίωξη της κυβέρνησης για ενίσχυση των εισοδημάτων και τις πολιτικές μείωσης των φόρων, για την πτώση του ποσοστού των κόκκινων δανείων και τη σχετική επίκαιρη ερώτηση αλλά και για δηλώσεις αρχηγών κομμάτων της αντιπολίτευσης μίλησε μεταξύ άλλων ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης σε ραδιοφωνική συνέντευξή του στο ΚΑΝΑΛΙ 90,4.

 
Αναφορικά με την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος στα «μπλοκάκια», τη ρύθμιση για τη φορολόγηση των φιλοδωρημάτων και το νέο φορολογικό νομοσχέδιο επεσήμανε ότι είναι «η συνέχιση μιας πολιτικής που ξεκίνησε από το 2019 και συνεχίζεται μετά το 2023. Σημασία έχει να μιλάμε με αποδείξεις, απευθυνόμενοι και σε εσάς, αλλά κυρίως στους πολίτες που μας ακούν. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη την πρώτη τετραετία μείωσε ή κατήργησε πενήντα φόρους – φορολογικούς συντελεστές και την δεύτερη τετραετία συνεχίζει στην ίδια ακριβώς λογική.
 
Στη ΔΕΘ, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε τη μείωση περαιτέρω δώδεκα φορολογικών συντελεστών από την 01/01/2025 με συνολικό δημοσιονομικό κόστος, όφελος, δηλαδή, για τους πολίτες, 900 εκατομμύρια ευρώ. Η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος είχε ανακοινωθεί στην ΔΕΘ, εξειδικεύθηκε στην συνέχεια από τον Υπουργό Οικονομικών, τον κ. Χατζηδάκη, και επεκτείνεται και για τα μπλοκάκια, δηλαδή τους ελεύθερους επαγγελματίες οι οποίοι, ουσιαστικά, είναι οιονεί Μισθωτοί. Είναι σε ένα καθεστώς μέχρι τρεις εργοδότες, που εργάζονται με μπλοκάκι», είπε.
 
Για τα φιλοδωρήματα ενόψει και των ανακοινώσεων από τον κ. Χατζηδάκη τόνισε ότι «εδώ πέρα υπάρχει μια σύγχυση η οποία δημιουργείται, εγώ θεωρώ όχι σκόπιμα από κάποια Μέσα, το αντίθετο, στον κόσμο. Τα φιλοδωρήματα δεν είναι αφορολόγητα μέχρι σήμερα που μιλάμε. Απλά αυτό ο κόσμος δεν το ήξερε, γιατί μέχρι την επέκταση του ηλεκτρονικού χρήματος δίνονταν χέρι με χέρι.
 
Ακούω μία προπαγάνδα, η οποία είναι λάθος, από την αντιπολίτευση και μπερδεύουν κάποιοι τον κόσμο. Και από κάποιους βουλευτές της αντιπολίτευσης που φώναζαν χτες και διερρήγνυαν τα ιμάτιά τους, όλοι αυτοί, επειδή η ΝΔ κυβερνά από το 2019, δεν ξέρουν ή έκαναν ότι δεν ήξεραν -εγώ νομίζω περισσότερο- ότι δεν ήταν αφορολόγητα. Προφανώς αυτά που μπαίνουν μέσω κάρτας, γιατί -όπως αντιλαμβάνεστε- το να δώσεις δύο και τρία ευρώ στο χέρι, αυτό είναι μια άλλη υπόθεση, ως προς τον πελάτη και τον εργαζόμενο. Αυτό, λοιπόν, που θα έρθει να κάνει σήμερα η κυβέρνηση είναι να λύσει -θεωρώ- αυτή τη στρέβλωση ή, τέλος πάντων, να στηρίξει τους εργαζόμενους με κάποια πολύ συγκεκριμένα πράγματα, τα οποία θα ανακοινώσει σήμερα το υπουργείο Οικονομικών». Μίλησε μάλιστα για «ένα πλέγμα παρεμβάσεων, που ως στόχο θα έχει την απόλυτη στήριξη των εργαζομένων. Και να μην μπορεί να δημιουργηθούν διέξοδοι, παραθυράκια και ας πούμε, δυνατότητες για έναν εργοδότη να κάνει κατάχρηση αυτής της παρέμβασης της Κυβέρνησης προς όφελός του και εις βάρος του εργαζόμενου του».
 
Στη συνέχεια επεσήμανε ότι «η βασική επιδίωξη της κυβέρνησης αυτής είναι να φτάσει στις εκλογές του 2027 και να κοιτάξει στα μάτια τους πολίτες έχοντας εφαρμόσει όλες τις δεσμεύσεις της και κυρίως αυτές που έχουν να κάνουν με το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών. Παραλάβαμε μια χώρα όπου το 70% των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα αμειβόταν κάτω από 1.000 ευρώ, το ποσοστό αυτό ευτυχώς έχει μειωθεί στο 54%, αλλά ακόμα πρέπει να μειωθεί κι άλλο. Ο μέσος μισθός από 1.046 έχει πάει 1.300 ευρώ, θέλουμε να το πάμε 1.500 ευρώ και θα τον πάμε.
 
Όλα αυτά εμείς δεν θέλουμε να γίνουν με περισσότερα ελλείμματα και με διόγκωση του χρέους. Δεν θέλουμε να υποθηκεύσουμε τις επόμενες γενιές. Και γιατί δεν θέλουμε να το κάνουμε; Γιατί υπάρχει ένας άλλος δρόμος. Ο συνεπής δρόμος, που δίνει εισόδημα, που θα μείνει στους πολίτες και είναι ο δρόμος των περισσότερων θέσεων εργασίας. Κοιτούσα τα στοιχεία, λέμε 500.000 δουλειές σε πέντε χρόνια. Αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία γιατί προφανώς κάποιοι άνθρωποι βρήκαν δουλειά αλλά και γιατί το κράτος εισπράττει, χωρίς να αυξάνει τους φόρους, από 500.000 περισσότερους ανθρώπους που δουλεύουν και τους εργοδότες τους.